έννοιες του μανιχαϊσμού, πολιτισμός σε δίπολα και μαρξιστική διαλεκτική

Όταν ήμουν μικρός, λιγότερο από 10 χρονών, είπα κι εγώ μια φορά σαν παιδί να πάω για λίγη μπαλίτσα με κάτι συμμαθητές μετά το σχολείο. Κάμποση ώρα αργότερα, χορτάτος από παιχνίδι, γύρισα σπίτι για να αντιμετωπίσω την έξαλλη μάνα μου.

‘’πού ήσουν; Έφαγα τον κόσμο να σε βρώ, έχω τηλεφωνήσει παντού, θα με σκάσεις/ θα πεθάνω/ θα τρελαθώ, μέχρι και την αστυνομία πήρα τηλέφωνο και έβαλα να σε ψάξει’’. Αυτό ήταν. Η Αστυνομία. Μέχρι τότε επικρατούσε μια σχετική αοριστία γύρω από το θέμα Αστυνομία. Ήταν ένα γενικό κάτι που ερχόταν και τους έπαιρνε, σε αφηγήσεις των μεγάλων, κυρίως, που όταν κάποιος είχε κάνει κάτι το εξωφρενικό, στο τέλος εμφανιζόταν πάντα και απότομα: ‘’..και ήρθε και τον πήρε η Αστυνομία’’. Και τώρα, ορίστε που είχα βρεθεί μπροστά στο ενδεχόμενο να με έπαιρνε και εμένα.

Θα ερχόταν η Αστυνομία -μάλλον με αυτοκίνητο- οποιαδήποτε στιγμή. Εκεί που εγώ θα έκανα την μεγαλειώδη μου ντρίμπλα για να σουτάρω ή εκεί που όλο κούραση θα βάδιζα το δρόμο του γυρισμού για το σπίτι ή ακόμη και τώρα που η μάνα μου όλο νεύρα μου έβαζε τις φωνές, θα σταματούσε πίσω από την αυλόπορτα και με δυνατή φωνή θα ρωτούσε: ’’αυτός είναι; Γύρισε; Πάνω στην ώρα ήρθαμε!’’

-Ω, πόσο ο άνθρωπος καταδυναστεύεται από την άγνοιά του!-

Το κατάλαβα ευθύς. Η Αστυνομία ήταν αντίπαλος, ήταν ταγμένη ενάντια στο παιχνίδι. Ήξερα ήδη πως αποκτούσα έφεση στον υπόκοσμο και πως μια ζωή θα την περνούσα στην παρανομία. Χωρίς δεύτερη κουβέντα ξεκίνησα την έρευνα .. διαχειρίστηκα έξυπνα την δυνατότερη πηγή πληροφοριών που είχα, την τηλεόραση. Περιόρισα τα κινούμενα σχέδια στα απολύτως απαραίτητα και το ριξα στις αστυνομικές περιπέτειες , στα φίλμ νουάρ και στο μίκυ μυστήριο. Σημειωτικά, τα συμπεράσματα μου άνοιγαν τα μάτια:

I. Υπάρχει πάντα ένας καλός που όλη την ώρα προσπαθεί να πιάσει τον κανό για να τον πάρει τελικά η Αστυνομία.

II. Η Αστυνομία έχει επικουρικό τις περισσότερες φορές ρόλο, ενώ άλλες φορές αντί να κυνηγάει τον κακό επικεντρώνεται λανθασμένα σε άλλους στόχους (π.χ. στα παιδάκια που παίζουν μπάλα μετά το σχολείο)

III. Ο καλός τρώει μέχρι το τέλος το βρωμόξυλο του μεσαίωνα και της αρκούδας μαζί, για να κερδίσει από λάθος ή αβλεψία του κακού.

Σε αδρές γραμμές και αντιστοίχως προκύπτει:

I. Ο καλός (παρόλο που έχει ένα ηθικό δίκαιο) είναι ο ψιλομαλάκας της υπόθεσης απέναντι στον γαμάτο κακό που και εξυπνότερος είναι και πιο μάγκας και πιο δυνατός είναι και πιο πολούς φίλους έχει, ενώ ο καλός είναι μόνος του.

II. Η Αστυνομία είναι από όλους μια δύναμη σχεδόν μισητή που λειτουργεί υπερβατικά. Τα μέλη της είναι σαν υπνωτισμένα ή χαύνα ή άλλως προδότες και διεφθαρμένοι.

III. Ο κακός πρέπει να μην τα σκατώσει στο τέλος και να μην μιλάει πολύ. Πάντως οφείλει να αφήνει πίσω του πάντα ένα ίχνος για να τον βρούνε.

Στην παιδική λογική και φαντασία έλειπε μόνο ένα κομμάτι του παζλ. Ποιο είναι το κίνητρο του κακού για να δράσει ως κακός; Μερικες φορές ήταν μάλιστα δικαιολογημένα κακός και άλλες φορές δεν το είχε καν επιλέξει. Επιπρόσθετα υπήρχαν και περιπτώσεις που ο κακός άθελά του έβλαπτε τον καλό, ο οποίος τον ξεσκέπαζε, για να τον πάρει τελικά η Αστυνομία.

Κατά τα άλλα, τα ανθρωποκυνηγητά,, οι παγίδες, το πιστολίδι, τα σφιχτοδεμένα σενάρια , με ενθουσίαζαν αλλά δεν μπορούσα να εντοπίσω το βαθύτερο νόημα των πραγμμάτων. Γιατί γινόντουσαν όλα αυτά; Ποιος τους κούρδιζε όλους; Και τέλος πάντων πώς τα κατάφερα και γλύτωσα εκείνη την μέρα από την Αστυνομία εγώ, ο μικρούλης; Όταν μεγάλωνα θα έπρεπε μόλις πετύχαινα τον καλό μπροστά μου να του έδειχνα εγώ, χωρίς δεύτερη κουβεντα. Όταν μεγάλωνα θα διέλυα την Αστυνομία. Έπρεπε. Έπρεπε να μην κάνω λάθος.

Μάλλον θα χα δει τις λάθος ταινίες..

0 σχόλια:

σχόλιο στο περιθώριο...